Επιβαρύνσεις
Στην εποχή που επιβλήθηκε είχε κάνει μεγάλο πάταγο το «σπατόσημο». Είχε επιβληθεί με νόμο το 1992, ως συνεισφορά των αεροπορικών επιβατών επί του εισιτηρίου, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η κατασκευή του «αβάπτιστου» ακόμα νέου αεροδρομίου Ελευθέριος Βενιζέλος, προκαλώντας σημαντική επιβάρυνση στις αερομεταφορές για τα δεδομένα της εποχής. Αρχικά έφτανε τα 12 ευρώ (4.100 δραχμές) για επιβάτες με προορισμό χώρες Σένγκεν και τα 22 ευρώ (7.500 δραχμές) για τις χώρες εκτός Συνθήκης Σένγκεν. Αργότερα, όταν ολοκληρώθηκε η κατασκευή του αεροδρομίου, μετονομάστηκε σε «τέλος εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης αερολιμένων» και επεκτάθηκε για λόγους… ίσης μεταχείρισης του επιβατικού κοινού στις αναχωρήσεις από όλα τα αεροδρόμια της χώρας.
Το 2017, με την παραχώρηση των 14 περιφερειακών, ορίστηκε ενιαίο τέλος 12 ευρώ και ορίστηκε επιπλέον ότι τον μακρινό για τότε Νοέμβριο του 2024 θα μειωθεί στα 3 ευρώ για όλους τους αναχωρούντες επιβάτες. Βάσει δηλαδή της διάταξης του 2017, η ελάφρυνση, στα όρια της εκμηδένισης, βρισκόταν προ των πυλών για τους επιβάτες των ελληνικών αεροδρομίων.
Τώρα μαθαίνουμε από την αντίδραση μιας εταιρείας χαμηλού κόστους ότι το αεροδρόμιο της Αθήνας αποφάσισε να αυξήσει τη «χρέωση εξυπηρέτησης επιβατών», επίσης από την 1η Νοεμβρίου, προκειμένου να αποκαταστήσει την απώλεια που θα έχει από τη μείωση του παλιού «σπατόσημου». Μάλιστα, όπως αναφέρει σε ενημερωτικό σημείωμα το ίδιο το αεροδρόμιο, «στόχος είναι να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία του αεροδρομίου και το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών προς όλους τους χρήστες, διατηρώντας παράλληλα το συνολικό ύψος των χρεώσεων που επιβάλλονται στους χρήστες αεροδρομίου σε σταθερό επίπεδο και με ουδέτερο αντίκτυπο στις αεροπορικές εταιρείες και στους επιβάτες τους».
Δεν ξέρω τι καταλάβατε εσείς, αλλά ως επιβάτης ένιωσα από τη συγκεκριμένη αναφορά οικονομικά χαμένος. Σε μια περίοδο συνεχών αυξήσεων στα εισιτήρια αεροπορικών μεταφορών, υπήρχε μια σοβαρή και υπεσχημένη βάσει νόμου ελπίδα ότι μια χρέωση θα μειωθεί από τα 12 στα 3 ευρώ. Τώρα ακούμε τη διαχειρίστρια εταιρεία ότι αυτό δεν θα συμβεί και μάλιστα θα πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι που δεν θα προκύψει αύξηση. Προφανώς μπορεί και το κάνει βάσει της σύμβασης που έχει υπογράψει σε κάποια άλλη εποχή, με κάποια άλλη κυβέρνηση, σε άλλες συνθήκες. Αλλά αυτές οι συμβάσεις είναι «γραμμένες στην πέτρα»; Δεν λαμβάνουν ποτέ υπόψη την πληθωριστική συγκυρία; Δεν σηκώνουν καμία συζήτηση;
Η υπόθεση «σπατόσημο» ή όπως αλλιώς μετονομάστηκε στην πορεία και είχε ως αρχικό στόχο τη συμμετοχή των χρηστών στο χτίσιμο μιας σημαντικής υποδομής της χώρας δείχνει πόσες μικρές εστίες επιβαρύνσεων που ήρθαν με την πρόφαση του προσωρινού τελικά εξελίχθηκαν σε μόνιμες επιβαρύνσεις. Το ακόμα πιο εκνευριστικό είναι όταν αλλάζουν όνομα και οι επιβαρύνσεις παραμένουν οι ίδιες. Σε αυτή την κατηγορία εντάσσεται και η σημαντική από πλευράς ευκολίας μεταφορά του χαρτόσημου από την έγχαρτη μορφή στην ψηφιακή. Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι συνεχίζει να επιβαρύνει πάνω από 500 κατηγορίες συναλλαγών, ως ψηφιακό πλέον τέλος συναλλαγής. Ολα αυτά τα «κεκτημένα» τέλη, όπως τα αντιλαμβάνεται το ίδιο το Δημόσιο ή οι ιδιωτικές επιχειρήσεις μέσω αυτού, με έναν μυστήριο τρόπο, ενώ επιβάλλονται με μεγάλη ευκολία, σχεδόν ποτέ δεν επανεξετάζονται και σπανίως καταργούνται…