Το μήνυμα και το ρίσκο της Μαρίν Λεπέν
Αν ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες, τότε το γεγονός ότι η Μαρίν Λεπέν είχε ήδη αποχωρήσει από την Εθνοσυνέλευση όταν η πρόεδρος του σώματος ανακοίνωσε, το βράδυ της Τετάρτης, την πτώση της κυβέρνησης Μπαρνιέ, έχει τη σημασία του. Το ίδιο και το γεγονός ότι κανένας από τους βουλευτές της Ακροδεξιάς που είχαν απομείνει στην αίθουσα δεν χειροκρότησε το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας επί της πρότασης μομφής. Οπως και η αποφυγή κάθε θριαμβολογίας: όχι, δήλωσε στο δελτίο ειδήσεων του TF1 η Λεπέν, δεν πρόκειται για «νίκη» αλλά για «τη μόνη αξιοπρεπή λύση»· όχι, επέμεινε, δεν αρνήθηκε τον συμβιβασμό και είχε φανεί «πολύ λογική» – παρότι είχε απορρίψει τις δαπανηρές υποχωρήσεις του Μισέλ Μπαρνιέ στο θέμα του προϋπολογισμού.
Για περισσότερο από μία δεκαετία, η Μαρίν Λεπέν προσπαθούσε να «αποδαιμονοποιήσει» την εικόνα του κόμματός της, ώστε να πείσει πως είναι έτοιμο να κυβερνήσει. Διαδραματίζοντας αυτή την εβδομάδα αποφασιστικό ρόλο στην ιστορική ανατροπή της κυβέρνησης, μόλις τρεις μήνες μετά την ορκωμοσία της, επέλεξε να στείλει στην πολιτική τάξη της Γαλλίας ένα διαφορετικό μήνυμα: δεν μπορούν πλέον να αγνοούν την Εθνική Συσπείρωση (RN), πρέπει να τη συμβουλεύονται για τη χάραξη της πολιτικής. Οπως σημειώνουν ωστόσο οι «Financial Times», αυτή η επίδειξη δύναμης που έκανε δεν ήταν χωρίς ρίσκο για τις φιλοδοξίες της.
Η Γαλλία εισέρχεται σε μια περίοδο αστάθειας, την ώρα που η οικονομική κατάσταση επιδεινώνεται και το διεθνές περιβάλλον δυσκολεύει. Αν επικρατήσει η αίσθηση ότι η Λεπέν αποσταθεροποίησε τη χώρα ή την οικονομία, αυτό μπορεί να υπονομεύσει τις προσπάθειες της Εθνικής Συσπείρωσης να προσελκύσει περισσότερους ψηφοφόρους μεταξύ των στελεχών επιχειρήσεων και των εύπορων πολιτών – εκλογικά στρώματα-κλειδιά που η Λεπέν θα χρειαστεί προκειμένου να επιτύχει τον στόχο της ζωής της να κερδίσει την προεδρία. Από την άλλη πλευρά, μια αδράνειά της θα εκνεύριζε τη σημερινή, σε μεγάλο βαθμό εργατική βάση της RN, η οποία, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, τάχθηκε με συντριπτική πλειοψηφία υπέρ της πρότασης μομφής. Και μόνο η Λεπέν γνωρίζει πόσο ρόλο έπαιξε στη στάση της η αναμενόμενη, στα τέλη Μαρτίου, ετυμηγορία στη δίκη της για κατάχρηση πόρων του Ευρωκοινοβουλίου – αν δηλαδή πέρασε τώρα στην επίθεση όχι μόνο για να αλλάξει το θέμα, αλλά και για να εντείνει την πίεση (που ασκούν ήδη καθημερινά οι Ανυπότακτοι Γάλλοι του Ζαν-Λικ Μελανσόν) στον Εμανουέλ Μακρόν να παραιτηθεί, ώστε να γίνουν άμεσα (βλ. έγκαιρα για την ίδια) νέες προεδρικές εκλογές.
Στο διάγγελμα που απηύθυνε το βράδυ της Πέμπτης, σε κάθε περίπτωση, ο γάλλος πρόεδρος επανέλαβε πως δεν έχει πρόθεση να παραιτηθεί πριν από τη λήξη της πενταετούς θητείας του. Η χθεσινή μέρα είχε για τη Γαλλία μία αίσθηση déjà vu: όπως τον περασμένο Αύγουστο, έτσι και χθες ο γάλλος πρόεδρος ξεκίνησε έναν γύρο διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της αναζήτησης νέου πρωθυπουργού. Το κατώφλι του Ελιζέ ήταν προγραμματισμένο να περάσουν οι επικεφαλής του μακρονικού στρατοπέδου, των Σοσιαλιστών και των Ρεπουμπλικανών: ούτε η Ακροδεξιά και η Ακροαριστερά προσκλήθηκαν, ούτε οι Οικολόγοι και οι Κομμουνιστές. Προσερχόμενοι, οι Σοσιαλιστές δήλωσαν έτοιμοι να συζητήσουν με το προεδρικό στρατόπεδο και τη δεξιά στη βάση «αμοιβαίων παραχωρήσεων», ώστε να σχηματιστεί μία κυβέρνηση με «σύμβαση ορισμένου χρόνου». Αμέσως, υψώθηκαν εκνευρισμένες φωνές τόσο εντός της (κλονιζόμενης;) αριστερής συμμαχίας, του Νέου Λαϊκού Μετώπου, όσο και από το στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών. Μία αίσθηση déjà vu, ακριβώς – αλλά με τον χρόνο να πιέζει αυτή τη φορά ασφυκτικά και μια θεσμική κρίση, πλέον, να επαπειλείται. Σίγουρα όχι το φόντο που ονειρευόταν ο Εμανουέλ Μακρόν στη σημερινή, «πλανητική τελετή» για την επαναλειτουργία της Παναγίας των Παρισίων.