Σημείο μηδέν
Ο διάσημος γάλλος αρχιτέκτονας Ζαν Νουβέλ ετοιμάζεται να βάλει την υπογραφή του σε ένα υπερπολυτελές υπόσκαφο ξενοδοχείο-παύλα-έργο-τέχνης στην κοιλάδα Αλ-Ούλα της Σαουδικής Αραβίας, πολύ κοντά στη Χέγκρα, την αρχαία πόλη του βασιλείου των Ναβαταίων που έμεινε εγκαταλελειμμένη για περίπου δύο χιλιετίες και εντυπωσιάζει σήμερα τους επισκέπτες με την εκπληκτική, λαξευμένη σε βράχους, αρχιτεκτονική της. Oπως ήταν φυσικό λοιπόν, ο Νουβέλ συνόδευσε τον Εμανουέλ Μακρόν στην τριήμερη επίσημη επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία, που ολοκληρώθηκε προχθές μία ώρα νωρίτερα από το προγραμματισμένο – ώστε να προλάβει να προσγειωθεί το προεδρικό αεροσκάφος στο Βιλακουμπλέ, κοντά στο Παρίσι, πριν από την αναπόφευκτη πτώση της κυβέρνησης Μπαρνιέ.
Aγνωστο αν είναι αυτός η πηγή που ενημέρωσε τη Monde, άλλωστε με τον Εμανουέλ Μακρόν συνταξίδευε πολυμελής αντιπροσωπεία. Hταν πάντως ένας από τη μικρή ομάδα, κυρίως υπουργών και πρώην υπουργών, τους οποίους κάλεσε να φάνε μαζί του ο γάλλος πρόεδρος στο ταξίδι της επιστροφής. Λένε λοιπόν πως γύρω από το τραπέζι αυτό, συζητήθηκε εκτενώς η «μαεστρία» με την οποία διαχειρίστηκε ο Μακρόν την ανοικοδόμηση του Καθεδρικού Ναού της Παναγίας των Παρισίων. Και η «μαεστρία» με την οποία προετοίμασε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού. Αλλά πως ούτε μία στιγμή δεν άγγιξε ο γάλλος πρόεδρος την εσωτερική πολιτική. «Κάθε φορά που φτάναμε κοντά, το απέφευγε επιδέξια», αποκάλυψε μέλος της αντιπροσωπείας.
Στη Σαουδική Αραβία, βέβαια, ο Μακρόν δεν είχε αποφύγει την ερώτηση: μήπως μετανιώνει για εκείνη την απόφαση που πήρε στις 9 Ιουνίου, το βράδυ των ευρωεκλογών, μετά τη μεγάλη ήττα του κόμματός του, να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να προκηρύξει πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές; Καθόλου, διαβεβαίωσε για μία ακόμα φορά, επαναλαμβάνοντας πως ήθελε να «ξαναδώσει τον λόγο στον λαό» – σε αυτόν τον τελευταίο, που προσήλθε στις κάλπες στις 30 Ιουνίου και στις 7 Ιουλίου, απέδωσε άλλωστε την «ευθύνη» για την κατάσταση. Δεν είναι πρωτότυπο, εξαρχής αρνιόταν να αναλάβει ο ίδιος την οποιαδήποτε ευθύνη για την αποτυχία του εγχειρήματος που ανέλαβε. «Το βράδυ του δεύτερου γύρου, δεν θα φταίει κανείς», διακήρυττε μεταξύ των δύο κοινοβουλευτικών γύρων, με ανοιχτό ακόμα το ενδεχόμενο μιας νίκης της Ακροδεξιάς, πριν αυτή αποτραπεί χάρη στο ρεπουμπλικανικό μέτωπο. Και τώρα; Ποιος «φταίει»;
Θέλοντας να αιτιολογήσει, τότε, την απόφασή του για πρόωρες εκλογές, ο Μακρόν εξηγούσε πως ήθελε να αποφύγει την κατάθεση πρότασης μομφής κατά της κυβέρνησης Ατάλ, το φθινόπωρο, με αφορμή τον προϋπολογισμό του 2025. Πάνω από όλα, να μη γινόμαστε αποδέκτες των γεγονότων, να μην τα υφιστάμεθα, σιγόνταραν οι σύμβουλοί του. Εξι μήνες αργότερα, η κυβέρνηση (Μπαρνιέ) έπεσε, ακριβώς, λόγω του προϋπολογισμού. Ο κύκλος έκλεισε. Πόση ζημιά έγινε όμως στην πορεία; Μία περίοδος άγχους και έντασης για τη χώρα – συνοψίζει η Monde – ενώ η Εθνική Συσπείρωση, ο μεγάλος νικητής των ευρωεκλογών, δεν είχε φανεί ποτέ τόσο κοντά στην εξουσία· μια εκλογική διαδικασία που οργανώθηκε βιαστικά χωρίς να μπορέσει να ξεκινήσει καμία δημοκρατική συζήτηση· εβδομάδες κενού εξουσίας, με μια κυβέρνηση που περιοριζόταν στα τρέχοντα θέματα, ενώ τα ελλείμματα συνέχιζαν να αυξάνονται· μία Εθνική Συσπείρωση κυρίαρχος του παιχνιδιού, τόσο όσον αφορά τη διακυβέρνηση (ο Μισέλ Μπαρνιέ υποχώρησε εν μέρει στις απαιτήσεις της) όσο και την πτώση της κυβέρνησης (με την Αριστερά συνυπεύθυνη, εν πλήρει συνειδήσει)· περαιτέρω υποβάθμιση της εικόνας της πολιτικής… «Και, τελικά, τόσο πολύς χρόνος χαμένος, εις βάρος των Γάλλων, για να επιστρέψουμε στο σημείο μηδέν… Ολα αυτά για αυτό!».
Ο Εμανουέλ Μακρόν θα μπορούσε να κάνει κάτι δραστικό. Να επιστρατεύσει, για παράδειγμα, το άρθρο 16 του γαλλικού Συντάγματος, το οποίο παρέχει πλήρεις εξουσίες στον πρόεδρο της Δημοκρατίας για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ώστε να περάσει τον προϋπολογισμό – στο άρθρο αυτό είχε καταφύγει, για πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας, ο στρατηγός ντε Γκολ μετά το πραξικόπημα των στρατηγών στην Αλγερία, μεταξύ 23 Απριλίου και 29 Σεπτεμβρίου του 1961. Ή να παραιτηθεί, όπως ζητεί η Ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν, και η Ακροαριστερά του Ζαν-Λικ Μελανσόν, αποφασίζοντας να πιει μια και καλή το φαρμάκι από το να περιμένει αυτό που είπε ο λεπενικός βουλευτής Ζαν-Φιλίπ Τανγκί, «να αφεθεί το αργό δηλητήριο της παραίτησής του να καρπίσει και η συζήτηση να ευδοκιμήσει με την πάροδο του χρόνου».
Θα μπορούσε, βέβαια, να κάνει και κάτι σαφώς λιγότερο ακραίο. Να αφήσει στην άκρη τον ναρκισσισμό του, να αποδεχθεί το μερίδιο της ευθύνης του για το 51% των Γάλλων, έναντι 41% προ διετίας, που δεν θεωρούν πλέον την Εθνική Συσπείρωση απειλή για τη δημοκρατία, να κάνει την αυτοκριτική του, να απλώσει ειλικρινή χείρα συνεργασίας σε όλες τις δυνάμεις του «ρεπουμπλικανικού τόξου», να κάνει ό,τι τέλος πάντων περνάει από το χέρι του ώστε να γλιτώσει η Γαλλία από τα βράχια. Αλίμονο, όμως, hélas όπως θα έλεγαν οι Γάλλοι, είναι ένα σενάριο εξίσου απίθανο με τα δύο προηγούμενα.