Εβραιοαμερικανός καθηγητής του Πρίνστον τα βάζει με τη στάση Μπάιντεν στον Νετανιάχου
Ενώ ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου αγνοεί την προειδοποίηση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν, ότι οι ΗΠΑ θα σταματήσουν ορισμένες προμήθειες όπλων στο Ισραήλ αν επιτεθεί στη Ράφα, ωστόσο, την ίδια στιγμή απολαμβάνει μιας άλλης προστασίας από τον Λευκό Οίκο.
Αμερικανοί γερουσιαστές και στρατηγοί έχουν συστρατευτεί για να καθησυχάσουν τον Νετανιάχου, που φοβάται ότι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο θα τον κατηγορήσει για φερόμενα εγκλήματα πολέμου στη Γάζα.
Η Ουάσιγκτον φέρεται να προσπαθεί να αποτρέψει τον γενικό εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Καρίμ Χαν να καταθέσει κατηγορίες εναντίον του Νετανιάχου, οποίος κινδυνεύει να βρεθεί στην ίδια θέση του Μιλόσεβιτς και ναζί αξιωματούχων.
Η αντίδραση της κυβέρνησης Μπάιντεν, αντί να αναγνωρίσει ότι το Διεθνές Δικαστήριο αντιπροσωπεύει μια ανεξάρτητη προσπάθεια για την υποστήριξη του διεθνούς κράτους δικαίου στην πολυδιαφημισμένη «τάξη που βασίζεται σε κανόνες», ισχυρίστηκε ότι το δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία.
Τα επιχειρήματα όμως της Ουάσινγκτον σύμφωνα, όμως με τον νομικό και καθηγητή στη Σχολή Δημοσίων και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου του Πρίνστον Κένεθ Ροθ νομικά και πρακτικά είναι δεν ευσταθούν.
«Ο Ροθ ξεσκεπάζει την αδυναμία του αμερικανικού επιχειρήματος ότι «η δικαιοσύνη εμποδίζει την ειρήνη»»
Σημειώνεται ότι ο Ροθ έχοντας διατελέσει επικεφαλής στο Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτωνέχει έχει ασκήσει κριτική σε Βολιβία, Κίνα, Κροατία, Ιράν, Ισραήλ, Μιανμάρ, Ρουάντα, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Τουρκία και ΗΠΑ, μεταξύ άλλων χωρών. Όταν μάλιστα απέκτησε ερευνητική υποτροφία στο Χάρβαρντ, τελικά απορρίφθηκε λόγω πίεσης από το ισραηλινό λόμπι.
Η αμερικανική κυβέρνηση έχει πέσει σε μεγάλες αντιφάσεις όσον αφορά τις νομικά αμαρτήματα του συμμαχικού Ισραήλ, αναφέρει ο Ροθ σε ανάλυσή του στο Foreign Policy.
«Παραδοσιακά οι ΗΠΑ εναντιώνονταν στην εξουσιοδότηση της Χάγης σε πολίτες κρατών που όμως δεν έχουν προσχωρήσει στο Δικαστήριο της Χάγης, ακόμα και αν τα φερόμενα εγκλήματα διαπράχθηκαν στο έδαφος μιας κυβέρνησης που είναι μέλος του δικαστηρίου, ο Ροθ.
Η αμερικανική διπροσωπία
Ωστόσο, η διπροσωπία της Ουάσινγκτον φαίνεται μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθώς τότε αυτές οι αντιρρήσεις της Ουάσινγκτον περί εδαφικής δικαιοδοσίας του Διεθνούς Δικαστηρίου ξαφανικά υποχώρησαν καθώς αυτό χρησιμοποίησε την εδαφική δικαιοδοσία τον Μάρτιο του 2023 για να κατηγορήσει τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν για εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία.
«Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν είπε ότι αυτές οι κατηγορίες ήταν «δικαιολογημένες» και η Γερουσία των ΗΠΑ συμφώνησε ομόφωνα. Αυτό είναι λογικό, διότι αποτελεί ουσιαστικό χαρακτηριστικό της κυριαρχίας η αντιμετώπιση εγκλημάτων στην επικράτεια ενός έθνους ανεξάρτητα από την εθνικότητα του δράστη» λέει ο Ροθ.
Έτσι, σύμφωνα με τον καθηγητή, όπως έκανε για τα φερόμενα ρωσικά εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία, η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να μείνει στην άκρη και να αφήσει τη διαδικασία του Διεθνούς Δικαστηρίου να δουλέψει και στο Παλαιστινιακό.
«Η Παλαιστίνη, ως αναγνωρισμένο κράτος παρατηρητής του ΟΗΕ, έχει εκχωρήσει δικαιοδοσία στο Διεθνές Δικαστήριο και οι δικαστές του δικαστηρίου ενέκριναν την έρευνα του Χαν» αναφέρει ο Ροθ.
Ωστόσο, δεδομένης της αδυναμίας του επιχειρήματος περί δικαιοδοσίας, η κυβέρνηση φέρεται να υποχωρεί σε υποτιθέμενες πραγματιστικές προσφυγές. «Ενθαρρύνουμε αθόρυβα το Διεθνές Δικαστήριο να μην το κάνει. Θα τινάξει τα πάντα στον αέρα», δήλωσε στο Axios ένας Αμερικανός αξιωματούχος.
«Αυτή είναι η πιο πρόσφατη παραλλαγή του παλιού επιχειρήματος ότι η δικαιοσύνη εμποδίζει την ειρήνη – το οποίο υπονοεί ότι ένας ηγέτης που αντιμετωπίζει ποινικές κατηγορίες είναι πιο πιθανό να συνεχίσει να μάχεται παρά να αποδεχτεί την ανάγκη για μια διευθέτηση» σχολιάζει ο καθηγητής του Πρίνστον.
Η δικαιοσύνη εμποδίζει την ειρήνη
Όμως η ιστορία δείχνει ότι οι κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου συχνά διευκολύνουν τις ειρηνευτικές προσπάθειες περιθωριοποιώντας έναν καταχρηστικό ηγέτη.
Το ίδιο συνέβη και στην ειρηνευτική συμφωνία του Ντέιτον για την επίλυση της σύγκρουσης στη Βοσνία τη δεκαετία του 1990.
Οι κατηγορίες κατά του πρώην προέδρου της Λιβερίας Τσαρλς Τέιλορ, που εκδόθηκαν από το Ειδικό Δικαστήριο για τη Σιέρα Λεόνε, οδήγησαν στην ταχεία απώλεια της εξουσίας του και άνοιξαν το δρόμο για τον τερματισμό της βίαιης σύγκρουσης στη Λιβερία και την ανάδυση μιας ισχυρής δημοκρατίας.
Έτσι ο Κένεθ Ροθ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι κατηγορίες της Χάγης κατά του Νετανιάχου θα μπορούσαν να έχουν παρόμοιο σωτήριο αποτέλεσμα, καθώς η κυβέρνησή του αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για μια διαρκή κατάπαυση του πυρός στη Γάζα.