Υπάρχει συνδικαλισμός στην Ελλάδα του 2024;
Αύριο Τετάρτη 20 Νοεμβρίου είναι προγραμματισμένη η γενική απεργία ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ. Οι δρόμοι θα κλείσουν, θα γίνουν πορείες και τα κέντρα των πόλεων θα παραλύσουν. Παρ’ όλα αυτά, η εντύπωση που επικρατεί σε πολλούς είναι ότι οι γενικές απεργίες πλέον γίνονται περισσότερο εθιμοτυπικά και λιγότερο με στόχο να καταφέρουν μια ουσιαστική αλλαγή στα εργασιακά. Σε ποιο σημείο βρίσκεται, όμως, ο συνδικαλισμός στη σημερινή Ελλάδα; Μπορούν οι πρόσφατες νίκες ορισμένων συνδικάτων, σε συνδυασμό με τη μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων λόγω σημαντικών ελλείψεων στην αγορά εργασίας, να δημιουργήσουν μια νέα δυναμική;
Η αυριανή απεργία θέτει ως κεντρικά αιτήματα την ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, την επαναρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων με συλλογικές συμβάσεις εργασίας και την εφαρμογή προγραμμάτων κοινωνικής κατοικίας. «Εχουμε κάνει μεγάλη κινητοποίηση και αναμένουμε καλή συμμετοχή», λέει στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Γιάννης Παναγόπουλος. «Κεντρικό μας αίτημα είναι οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας σε κάθε κλάδο, καθώς ενώ έχουμε αφήσει τα μνημόνια πίσω μας, δεν έχουν επανέλθει στα προ μνημονίου επίπεδα».
Σύμφωνα με τον Γιάννη Κουζή, καθηγητή στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου, «το 25-30% των εργαζομένων καλύπτεται σήμερα από ΣΣΕ, ενώ πριν από τα μνημόνια η εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας κάλυπτε το σύνολο των εργαζομένων και περίπου το 80% των εργαζομένων καλύπτονταν με κλαδικές συμβάσεις». Οπως επισημαίνει ο ίδιος, η Ελλάδα έχει καταγράψει τη μεγαλύτερη επιδείνωση στις συνθήκες εργασίας στην ΕΕ τα τελευταία 15 χρόνια, ενώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, οι πραγματικοί μισθοί είναι οι δεύτεροι χειρότεροι στην ΕΕ, μπροστά μόνο από τη Βουλγαρία. «Δεδομένης της φτωχοποίησης των εργαζομένων, της επισφάλειας και των κακών συνθηκών εργασίας, αν δεν υπήρχε ο συνδικαλισμός θα έπρεπε να τον εφεύρουμε στην Ελλάδα του 2024» τονίζει ο καθηγητής του Παντείου.
Ενδείξεις για «comeback»
Ορισμένες επιτυχημένες κινητοποιήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί κατά το τελευταίο διάστημα δείχνουν πως ο συνδικαλισμός ενδεχομένως κάνει ένα «comeback». Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη απεργία της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας (ΠΝΟ) την εβδομάδα πριν από το τριήμερο της 28ης Οκτωβρίου. Ακόμα κι αν δεν ικανοποιήθηκε το σύνολο των αιτημάτων των εργαζομένων, η συγκεκριμένη κινητοποίηση κρίθηκε επιτυχής, αφού οι εργοδότες και το υπουργείο αναγκάστηκαν να κάνουν πίσω και να δεσμευθούν για αλλαγές προς όφελος των ναυτεργατών.
«Η απεργία των ναυτεργατών ήταν απολύτως πετυχημένη και αυτό το αποδεικνύει ότι στη διάρκεια των 4 ημερών απήργησαν καθολικά τα πληρώματα, ενώ η συμμετοχή στη συγκέντρωση της ΠΕΝΕΝ και στις συσκέψεις που έγιναν στα καράβια ήταν μαζική. Στην απεργία συνέβαλε όπως πάντα η οργάνωση και η προετοιμασία, καθώς τα αιτήματα έγιναν υπόθεση όλων των ναυτεργατών» λέει στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος της ΠΕΝΕΝ (μέλους της ΠΝΟ), Αντώνης Νταλακογιώργος.
«Κάθε πετυχημένη απεργία αποτελεί θετική παρακαταθήκη για όλους τους εργαζόμενους» προσθέτει ο ίδιος, ωστόσο υπογραμμίζει πως υπήρξαν και προβλήματα, σύμφωνα με το συνδικάτο που εκπροσωπεί: «Το πρόβλημα στη δική μας απεργία (και σε άλλες) είναι η δυσαρμονία ανάμεσα στις αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζομένων και στη γραμμή συμβιβασμού της ηγεσίας της ΠΝΟ που κατέληξε σε μια συμφωνία που δεν ανταποκρίνεται στις σημερινές ανάγκες των ναυτεργατών. Το συμπέρασμα είναι ότι κανένας αγώνας και καμία απεργία δεν πρέπει να αφήνεται αποκλειστικά στα χέρια των συνδικαλιστικών ηγεσιών».
Αλλη πρόσφατη επιτυχία για το συνδικαλιστικό κίνημα αποτέλεσε η συλλογική σύμβαση εργασίας που υπογράφηκε το καλοκαίρι του 2023, μεταξύ της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Επισιτισμό-Τουρισμό (ΠΟΕΕΤ) και των εργοδοτικών οργανώσεων, την οποία επίσπευσε το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Με τη νέα σύμβαση, επικυρώθηκε η πενθήμερη εργασία στον τουρισμό και την εστίαση, με ρητή πρόβλεψη για προσαύξηση σε περίπτωση που δεν τηρηθεί το πενθήμερο.
Η μειωμένη συμμετοχή και οι ευθύνες του εργατικού κινήματος
Παρά τις πρόσφατες νίκες που κατέγραψαν τα τελευταία χρόνια κάποια σωματεία, η συμμετοχή στα συνδικάτα έχει μειωθεί σημαντικά. Οι εκτιμήσεις για τη συνδικαλιστική πυκνότητα σήμερα, δηλαδή το ποσοστό των εργαζομένων που είναι εγγεγραμμένοι σε κάποια συνδικαλιστική οργάνωση του κλάδου τους, ανέρχεται περίπου στο 24% – 25%, ήτοι κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο (υπολογίζεται σε 23%, με τις σκανδιναβικές χώρες να έχουν τα υψηλότερα ποσοστά).
Με βάση τους υπολογισμούς του Δημήτρη Κατσορίδα, επιστημονικού συνεργάτη του Ινστιτούτου Ερευνών της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ-ΓΣΕΕ), το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 20% του συνόλου της εργατικής τάξης (από την οποία αφαιρεί ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων και προσθέτει σημαντικό μέρος του άνεργου πληθυσμού).
«Η συνδικαλιστική πυκνότητα είναι πολύ υψηλότερη στον δημόσιο τομέα από ό,τι στον ιδιωτικό. Στους δημοσίους υπαλλήλους αγγίζει ως και το 40% βάσει στοιχείων του 2016, τα οποία δεν έχουν αλλάξει σημαντικά έκτοτε. Στους ιδιωτικούς υπαλλήλους, από την άλλη, η συμμετοχή σε συνδικάτα περιορίζεται χαμηλότερα από το 10%, που σε ορισμένους κλάδους είναι κάτω και από το 5%», λέει ο Δημήτρης Κατσορίδας στα «ΝΕΑ». «Για το γεγονός αυτό ευθύνεται, μεταξύ άλλων, και η ίδια η δομή της ελληνικής οικονομίας, καθώς το 98% των επιχειρήσεων έχουν έως 9 εργαζόμενους, που καθιστούν δύσκολη τη συνδικαλιστική οργάνωση», υπογραμμίζει από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ.
«Και πριν την κρίση, η συνδικαλιστική πυκνότητα στον ιδιωτικό τομέα ήταν σε χαμηλά επίπεδα, όμως τα μνημονιακά μέτρα τη συρρίκνωσαν περαιτέρω» προσθέτει ο Γιάννης Κουζής. «Αυτή η συρρίκνωση έχει προκύψει από τις αρνητικές συνέπειες που είχαν στον συνδικαλισμό η μεγαλύτερη ευελιξία στην εργασία, η επισφάλεια και – κυρίως – η απαξίωση των συλλογικών οραμάτων υπέρ του ατομισμού». Οπως επισημαίνει ο καθηγητής του Παντείου, η σταδιακή αυτή αποδυνάμωση παρατηρείται διεθνώς από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα.
Παραταξιοποίηση και κομματισμός
«Εχουμε και εμείς ευθύνες» παραδέχεται ο Γιάννης Παναγόπουλος. «Εχει κυριαρχήσει ένα αφήγημα που λέει πως οτιδήποτε αναφέρεται στη συλλογική δράση είναι παλαιακό. Υπάρχουν επίσης και παθογένειες στον συνδικαλισμό, όπως είναι η παραταξιοποίηση και ο κομματισμός. Θα πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να έρθει νέος κόσμος και να χρησιμοποιήσουμε την ψηφιακή τεχνολογία για την οργάνωση των συνδικάτων».
«Αυτό που εκπέμπουν τα ίδια τα συνδικάτα, είτε με πράξεις, είτε με παραλείψεις, δεν είναι ελκυστικό προς τους νέους εργαζόμενους», σημειώνει και ο Γιάννης Κουζής. «Δεν έχουμε αναπροσαρμόσει τον συνδικαλισμό στη σημερινή εποχή», αναφέρει ο Δημήτρης Κατσορίδας. «Πρέπει να ανοίξει η συζήτηση με επιστημονικά συνέδρια, ημερίδες και άμεση επαφή με τους εργαζόμενους ώστε να ακουστούν τα παράπονά τους. Το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα γερνάει, έχουμε συνδικαλιστές παλιάς κοπής που εκπροσωπούν μια άλλη εργατική τάξη, όχι την σημερινή, που έχει περισσότερες γυναίκες, νέους ανθρώπους και μετανάστες».
Καινοτόμες προσεγγίσεις και επιτυχίες
Τα τελευταία χρόνια, πάντως, το συνδικαλιστικό κίνημα φαίνεται πως έχει αρχίσει να εκσυγχρονίζεται, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Σύμφωνα με τον Δημήτρη Κατσορίδα, τα τελευταία χρόνια έχουν προκύψει ορισμένες καινοτομίες από σωματεία εργαζομένων. Ενα τέτοιο παράδειγμα αποτελούν οι εργαζόμενοι της εταιρείας κούριερ Speedex, που έχουν πετύχει να έχουν μια υγιή σχέση με την εργοδοσία με αποτέλεσμα να εισακούονται τα αιτήματά τους στη διοίκηση της εταιρείας, χωρίς απαραίτητα να καταφεύγουν σε απεργίες και έντονες αντιπαραθέσεις.
Στο Εργατικό Κέντρο Αθήνας έχει επιτευχθεί, επίσης, σημαντική αύξηση της συμμετοχής μεταναστών, που αποτελούν σήμερα σημαντικό τμήμα της εργατικής τάξης. Το δε Σωματείο Μισθωτών Τεχνικών (ΣΜΤ) έχει πετύχει την σημαντική ενίσχυση της συνδικαλιστικής πυκνότητας στον κλάδο, προσελκύοντας πολλούς νέους, ενώ το ΔΣ του αποτελείται από εργαζόμενους ηλικίας 30-45 ετών.
Επιπλέον, το σωματείο εργαζομένων της πλατφόρμας E-food κατάφερε μία σημαντική νίκη τον Σεπτέμβριο του 2021, όταν η εταιρεία πήρε πίσω την κίνησή της για μετατροπή εργαζομένων σε freelancers-συνεργάτες της πλατφόρμας. Η επιτυχία ήρθε μέσω καινοτόμων μεθόδων, όπως είναι η μοτοπορείες (πορείες με τις μηχανές των διανομέων δηλαδή), αλλά και η ενεργοποίηση δικτύων υποστήριξης μέσω των social media, που οδήγησαν σε μια μαζική διαδικτυακή «κατακραυγή» της πλατφόρμας με κακές κριτικές.
Αλλο παράδειγμα προσέλκυσης νέων επαγγελματιών αποτέλεσαν πρωτοβουλίες από καλλιτεχνικά σωματεία (π.χ. Support Art Workers) που ήκμασαν ειδικά κατά την περίοδο της πανδημίας, με κινητοποιήσεις που διαφοροποιούνταν από τις «παραδοσιακές» πορείες διαμαρτυρίας και έτυχαν ευρείας αποδοχής από μεγάλο μέρος της κοινωνίας, με τα αιτήματα των καλλιτεχνών να γίνονται «viral».
«Υπάρχουν και ελπιδοφόρα μηνύματα που έρχονται από νέους εργαζόμενους, επί παραδείγματι στην ψηφιακή οικονομία», διαπιστώνει ο Γιάννης Κουζής. «Συνολικά, είναι μια εποχή όπου τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά για το συνδικαλιστικό κίνημα, όμως αυτό δεν θα συνεχιστεί για πάντα, δεν είναι το τέλος της ιστορίας», λέει ο καθηγητής του Παντείου. «Η επανεκκίνηση του συνδικαλιστικού κινήματος περνάει μέσα από τις βασικές αρχές και τις αξίες του: την ενότητα, την αλληλεγγύη ανεξαρτήτως τομέα και την αυτονομία από εξωτερικούς φορείς, όπως είναι η εργοδοσία, τα κόμματα και οι κυβερνήσεις» καταλήγει.
Απεργιακή «έκρηξη» και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού
Βρισκόμαστε, άραγε, στην εποχή της μεγάλης επιστροφής του οργανωμένου συνδικαλισμού στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες – και αν ναι, με ποιον τρόπο; Η αλήθεια είναι ότι, ύστερα από αρκετά χρόνια παρακμής και απαξίωσης, από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού έρχονται ολοένα περισσότερα στοιχεία που συνάδουν με το παραπάνω συμπέρασμα, καθώς πανδημία, πόλεμος και πληθωρισμός έχουν καταφέρει ισχυρό πλήγμα στα εισοδήματα των εργαζομένων. Σε τέτοιον βαθμό, μάλιστα, ώστε αρκετοί να μιλούν για μια νέα «άνοιξη» των συνδικάτων – έστω κι αν αναγνωρίζουν πως οι εργαζόμενοι, ειδικά σε νέους κλάδους, αναζητούν και εναλλακτικές μορφές οργάνωσης, θεωρώντας πως το παλιό μοντέλο έχει χρεοκοπήσει και δεν είναι πλέον σε θέση να τους εκπροσωπήσει αποτελεσματικά.
Στην Ευρώπη
Στη Γαλλία, για του λόγου το αληθές, οι χαμένες μέρες εργασίας εξαιτίας απεργιών το 2023 ήταν αυξημένες κατά 71% σε σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο έτος, ενώ στην Ολλανδία διαμορφώθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 50 ετών. Σαφώς αυξητική ήταν η τάση και σε μια σειρά ακόμη χώρες, όπως Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία, Φινλανδία κ.λπ., ενώ σε αρκετές περιπτώσεις τα χαρακτηριστικά των κινητοποιήσεων ήταν πιο μαχητικά – όσο για τη Νορβηγία, πέρυσι καταγράφηκε η πρώτη γενική απεργία στον ιδιωτικό τομέα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι τα επίσημα δεδομένα δείχνουν πως, ειδικά στη Γερμανία, παράλληλα με την αύξηση του αριθμού των απεργιών, «αβγατίζουν» και τα μέλη των συνδικάτων. Για του λόγου το αληθές, η συνομοσπονδία DGB (τον Οκτώβριο γιόρτασε τα 75α της γενέθλια) είδε το 2023 να εγγράφονται στους καταλόγους των οκτώ συνδικάτων που την απαρτίζουν 437.000 νέα μέλη, με αποτέλεσμα να υπάρχει καθαρή αύξηση (μετά την αφαίρεση όσων συνταξιοδοτήθηκαν ή αποχώρησαν για άλλους λόγους) της τάξης των 22.000.
Στις ΗΠΑ
Την ίδια στιγμή, στις ΗΠΑ, τα στοιχεία του Economic Policy Institute δείχνουν ότι ο αριθμός των εργαζομένων που ανήκουν σε σωματεία και συνδικάτα διαμορφώθηκε πέρυσι σε 16,2 εκατομμύρια, κάτι που σημαίνει πως αυξήθηκε κατά 191.000 σε σύγκριση με το 2022. Οπως διαπίστωσε το αρμόδιο υπουργείο, ο αριθμός των απεργιακών κινητοποιήσεων στη διάρκεια του 2023 ήταν ο μεγαλύτερος εδώ και 23 χρόνια, καθώς εκδηλώθηκαν σε πολλούς κλάδους – από τις αυτοκινητοβιομηχανίες μέχρι τους εκπαιδευτικούς, τους σεναριογράφους και τους ηθοποιούς του Χόλιγουντ. Συγκεκριμένα, καταγράφηκαν 33 μείζονες απεργίες (έτσι χαρακτηρίζονται όσες περιλαμβάνουν πάνω από 1.000 εργαζόμενους και διαρκούν τουλάχιστον μία εβδομάδα), δηλαδή διπλάσιες σε σύγκριση με τον ετήσιο μέσο όρο των 16,7 κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες.
Το ερώτημα είναι αν η παραπάνω εικόνα αποτελεί παρένθεση ή μια τάση που θα συνεχιστεί και θα κυριαρχήσει. Η πλάστιγγα μοιάζει να γέρνει προς την πρώτη πλευρά, όπως μαρτυρούν η μεγάλη απεργία στην αμερικανική Boeing, αυτή της ερχόμενης Παρασκευής στους γαλλικούς σιδηροδρόμους και εκείνη που έχουν προαναγγείλει οι εργαζόμενοι στις αυτοκινητοβιομηχανίες της Γερμανίας, ειδικά μετά τα σχέδια για λουκέτο σε τρεις μονάδες της Volkswagen. Είναι κάτι, ωστόσο, που μένει να αποδειχθεί…