World News in Greek

Ο υπαρκτός σοσιαλισμός, το Ολοκαύτωμα, η παγκοσμιοποίηση

Ta Nea 

Ο Θανάσης Γιαλκέτσης είναι δημοσιογράφος, βιβλιοκριτικός, πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας. Εδώ και πολλές δεκαετίες συμβάλλει στη δημόσια συζήτηση στον χώρο της παραγωγής ιδεών, είτε με δικά του αυτόνομα κείμενα, είτε με μεταφράσεις σπουδαίων στοχαστών, κυρίως από τον χώρο της πληθυντικής Αριστεράς. Συστηματικά και επίμονα αποφεύγει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επιμένει στη δύναμη του γραπτού λόγου. Αυτό τονίζει και στον Πρόλογο αυτού του βιβλίου ο ίδιος.

Σ’ αυτόν εδώ τον τόμο ο συγγραφέας συγκεντρώνει κείμενα, βιβλιοκρισίες και ομιλίες του που δημοσιεύτηκαν στην «Εφημερίδα των Συντακτών» από το 2017 έως το 2023. Θα ταξινομούσα όλα αυτά τα εξαιρετικά κείμενα σε τρεις κάθετες και μία οριζόντια μεγάλες κατηγορίες.

Η πρώτη αφορά κείμενα κριτικής στον τερματίσαντα τον ολοκληρωτικό βίο του, το 1989, υπαρκτό σοσιαλισμό και τη συζήτηση που αυτός είχε προκαλέσει τόσο στις ίδιες τις χώρες του σοβιετικού μπλοκ όσο και, κυρίως, στα κομμουνιστικά κόμματα της Ευρώπης. Σε ομιλία του για τα 100 χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης με τον εύλογο τίτλο «Αναθεωρώντας το ρωσικό 1917» (σ. 37-47) με προσεκτικά βήματα και κρίσεις αποδομεί, σε μεγάλο βαθμό, την άποψη που μιλά για κοινωνική εξέγερση. Κατ’ αυτόν, είχαμε «ουσιαστικά μια ένοπλη εξέγερση για την κατάληψη της εξουσίας» (σ. 42) και όχι μια κοινωνική εξέγερση ή επανάσταση με την κυριολεκτική σημασία της λέξης. Ταυτοχρόνως όμως καταρρίπτει και έναν άλλο μύθο.

Η Ρωσική Επανάσταση δεν εξετράπη στην πορεία της ανόδου του Στάλιν στην εξουσία, δεν εκφυλίστηκε λόγω του Στάλιν. Κατά τον συγγραφέα, ο σταλινικός ολοκληρωτισμός γεννήθηκε στους κόλπους του μπολσεβίκικου πνεύματος. Η Οκτωβριανή Επανάσταση, κατά τον Θ.Γ., ήταν η πρώτη – μάλλον και η τελευταία – απόπειρα να γίνει πράξη το κομμουνιστικό ιδεώδες. Οι προθέσεις, κατά τον Θ.Γ., ήταν αγνές, αλλά το σχέδιο έπασχε στις βάσεις του. Ενα σχέδιο που αδιαφορούσε για τις λεγόμενες «τυπικές αστικές ελευθερίες» και ξεχνούσε τη Λούξεμπουργκ, στην οποία αναφέρεται και ο Θ.Γ., η οποία έγραφε πως «η ελευθερία νοείται πάντα ως ελευθερία γι’ αυτόν που σκέφτεται διαφορετικά…». Ομως, κατά τον Θ.Γ., «ο Λένιν και ο Τρότσκι είχαν στον νου τους ένα μονοκομματικό καθεστώς, στο οποίο οι μπολσεβίκοι θα μονοπωλούσαν την εξουσία μέχρι να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός» (σ. 43-44).

Το λενινιστικό «Πρωτείο της Πολιτικής» εξηγεί όλα όσα συνέβησαν στη συνέχεια με τη μετατροπή της «Επανάστασης» σε καθαρό ολοκληρωτικό σύστημα. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1968, ο ηγέτης της Ανοιξης της Πράγας Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ υποσχέθηκε τον εκδημοκρατισμό του καθεστώτος. Η υπόσχεση αυτή αφορούσε όχι απλές μεταρρυθμίσεις του υπαρκτού σοσιαλισμού, αλλά την πλήρη ρήξη με αυτόν. Σε μια άλλη ομιλία του Θ.Γ., με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 50 ετών από τα γεγονότα της καταστολής αυτής της Ανοιξης, με τίτλο «Η ανθοφορία μιας Ανοιξης που τη διαδέχθηκε μακρύς χειμώνας» (σ. 77-95), παρατίθενται οι συναισθηματικά φορτισμένες αγωνίες των τσεχοσλοβάκων διανοουμένων σχετικά με τους δρόμους που έπρεπε να ακολουθήσει ο δικός τους δρόμος προς τον σοσιαλισμό.

Αυτός ο εθνικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό αποτέλεσε και τον λόγο της διάσπασης του διεθνούς κομμουνιστικού συνασπισμού. Αυτή τη διάσπαση διαπραγματεύεται ο Θ.Γ. κυρίως στο άρθρο του με τίτλο «Κομμουνιστές όλου του κόσμου… διαιρεθείτε!» (σ. 49-62). Εδώ εξετάζει την ευρωκομμουνιστική απόπειρα, κυρίως του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, «για μετάβαση από έναν δογματικό και δεσποτικό κομμουνισμό σε έναν κομμουνισμό ανοιχτό στις αξίες της ελευθερίας και της δημοκρατίας» (σ. 59). Πράγμα φυσικά απίθανο. Στη στροφή, πάντως, τον ευρωκομμουνισμό τον πρόλαβε αρχικά η υποχώρηση των γάλλων κομμουνιστών και ο πρόωρος θάνατος του Μπερλινγκουέρ και τον αποτελείωσε η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού και της σοβιετικής πατρίδας των κομμουνιστών.

Συμφωνώ απόλυτα με τον συγγραφέα πως ο ευρωκομμουνισμός ήταν προσπάθεια για μια «(ανομολόγητη) επανασύνδεση με τις θέσεις της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας» (σ. 59). Ισως, αν το προχωρούσαμε παραπέρα, θα λέγαμε πως ο ευρωκομμουνισμός ήταν ένας από τους πολλούς δρόμους που οδηγούσαν στη σοσιαλδημοκρατία. Σημαντικό στοιχείο της κριτικής του Θ.Γ. είναι και η ανάδειξη της δολοφονίας 22.000 πολωνών διανοουμένων, στρατιωτικών και επιστημόνων από τον Στάλιν στο Κατίν, την οποία ακόμη μέχρι σήμερα αρνείται το ΚΚΕ. Βεβαίως ο συγγραφέας δεν τηρεί απλά αποστάσεις, απορρίπτει στην κυριολεξία τα θεμέλια της θεωρίας της ταύτισης των δύο άκρων. Αυτή η θεωρία, κατά τον συγγραφέα, ταυτίζει τις πηγές μιας κοσμοαντίληψης που στόχευε στην ατομική χειραφέτηση των ανθρώπων με μια θεωρία ρατσισμού και εθνικισμού που σκόπευε στην εξόντωση των ανθρώπων που έτυχε να μην ανήκουν στη σωστή φυλή. Μια θεωρία μίσους που σκότωνε γι’ αυτό που είσαι και όχι γι’ αυτό που έκανες.

Αυτή ακριβώς είναι η δεύτερη μεγάλη κατηγορία των κειμένων που συγκροτούν αυτό το βιβλίο και αφορούν το Ολοκαύτωμα και τις σημερινές αναγνώσεις του. Σήμερα, σε αντίθεση με το ότι όλα βαφτίζονται φασισμός και ναζισμός, ο συγγραφέας, επικαλούμενος και τον Πρίμο Λέβι, τονίζει πως αυτό είναι ένα ανεπανάληπτο ιστορικό γεγονός. Σε ομιλία του στα Γιάννενα με τίτλο «Μνήμη της ναζιστικής γενοκτονίας» (σ. 239-257) υποστήριζε πως το Αουσβιτς πρέπει να το θυμόμαστε για να ξέρουμε πού οδηγεί ο επιθετικός εθνικισμός και η απόρριψη του άλλου, του ξένου, του διαφορετικού. Η μνημόνευση της ναζιστικής γενοκτονίας δεν αφορά μόνο το να ακονίζουμε τη μνήμη μας, αλλά και το να προετοιμάζουμε την ηθικοπολιτική μας θωράκιση απέναντι όχι μόνο στον αντισημιτισμό, αλλά και σε κάθε εχθροπάθεια κατά του «άλλου». Ο Γιαλκέτσης προειδοποιεί: «Στο τέρμα αυτού του δρόμου της αδιαφορίας και του κομφορμισμού μπορεί να εμφανιστούν ξανά τα στρατόπεδα εξόντωσης» (σ. 255). Τα στρατόπεδα σήμερα, με το Μεταναστευτικό να οξύνεται, προβάλλουν ξανά ως λύσεις, όχι βεβαίως ως λύσεις εξόντωσης, αλλά σίγουρα ως λύσεις εγκλεισμού και κοινωνικού αποκλεισμού των μεταναστών (βλέπε το άρθρο με τίτλο «Η λησμονημένη αδελφοσύνη», σ. 259-263).

Η τρίτη κάθετη κατηγορία είναι αυτή που αφορά όλα όσα συνοδεύουν και ακολουθούν την παγκοσμιοποίηση. Στο κείμενό του με τίτλο «Ο ανεύρετος προοδευτισμός» (σ. 217-220) μας ξεναγεί στα μονοπάτια τού τι μπορεί να είναι σήμερα η προοδευτική διακυβέρνηση και ποιες δυνάμεις θα μπορούσαν να την εκφράσουν. Εδώ θα μείνω στο μείζον που είναι η εκτίμησή του πως καμία προοδευτική πολιτική δεν μπορεί να υλοποιηθεί πλήρως στο εθνικό πεδίο. Αυτή μπορεί να ευδοκιμήσει, όπως υποστηρίζει ο Θ.Γ. και ο «αριστερός ευρωπαϊσμός», μόνο σε υπερεθνικό πλαίσιο. Λόγια που δυστυχώς δεν γίνονται όχι μόνο δεκτά αλλά ούτε καν τίθενται στο τραπέζι του διαλόγου από τις δυνάμεις της σύγχρονης ευρωπαϊκής και εγχώριας κομματικής σοσιαλδημοκρατίας. Αν αυτές οι δυνάμεις μείνουν στο εθνικό πλαίσιο εφαρμογής των πολιτικών τους, όπως δείχνει η εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών, κάποια στιγμή θα υποχρεωθούν να αναδιπλωθούν στο πλαίσιο των πολιτικών τού «δεν υπάρχει εναλλακτική».

Υπάρχει όμως και μία επιπλέον οριζόντια κατηγορία. Αυτή των βιβλιοκρισιών, οι οποίες αφορούν βιβλία των Θανάση Βακαλιού, Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους, Ντέιβιντ Ρικάρντο, Μαξ Βέμπερ, Εντουαρντ Πάλμερ Τόμσον, Ζίγκμουντ Μπάουμαν, Ερνέστο Λακλάου, Σαντάλ Μουφ, Ντόναλντ Σασούν, Τίμοθι Σνάιντερ, Μαριάνα Ματσουκάτο, Κωνσταντίνου Τσουκαλά, στα οποία αναδεικνύονται όλα όσα περιλαμβάνονται στις τρεις πρώτες κατηγορίες.

Κείμενα αισιοδοξίας της βούλησης και απαισιοδοξίας της γνώσης της πραγματικότητας που συμβάλλουν τα μέγιστα στην κατανόηση των αντιφάσεων και των προοπτικών του σημερινού πολύπλοκου και αντιφατικού κόσμου. Σε κάθε βήμα οι αναγνώστες/τριές τους πείθονται για όσα αναφέρθηκαν στην αρχή, πως ο έντυπος λόγος όχι μόνο δεν έχει πεθάνει, αλλά αποτελεί ένα δάσος μέσα στο οποίο αναπνέει καθαρό αέρα ο άνθρωπος της νεωτερικότητας. Κείμενα που μπορούν να κεντρίσουν ως μέλισσες πνευματικότητας τη δημόσια συζήτηση για το πού βαδίζουν οι δημοκρατίες.

Читайте на 123ru.net