Η AI δεν έχει ακόμη καταστρέψει τη δημοκρατία
Με σχεδόν τον μισό πληθυσμό του πλανήτη να έχει πάει στις κάλπες, το 2024 χαρακτηρίστηκε σούπερ εκλογική χρονιά, οδηγώντας πολλούς ειδικούς να προειδοποιήσουν για μια επερχόμενη πλημμύρα πολιτικής παραπληροφόρησης.
Εξάλλου, η παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη έχει καταστήσει δυνατό για οποιονδήποτε, οπουδήποτε, να παράγει ρεαλιστικές «deepfake» εικόνες και βίντεο. Ποτέ οι κακοί αντιδημοκρατικοί παράγοντες δεν είχαν τόσο ισχυρά εργαλεία για να υπονομεύσουν τις ελεύθερες και δίκαιες εκλογές.
Ωστόσο, ενώ η επαυξημένη με AI παραπληροφόρηση έχει σαφώς πολλαπλασιαστεί στο Διαδίκτυο, δεν είχε ουσιαστικό αποσταθεροποιητικό αντίκτυπο στη δημοκρατία το 2024. Ο λόγος δεν είναι απολύτως σαφής. Ισως οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να έχουν γίνει πιο απαιτητικοί, ενώ αυτοί που ελέγχουν την ακρίβεια των γεγονότων και οι ψηφιακές πλατφόρμες έχουν κάνει καλύτερη δουλειά για να περιορίσουν την εξάπλωση των ψευδών ειδήσεων – με το X του Ιλον Μασκ (πρώην Twitter) να αποτελεί προφανή εξαίρεση.
Η αλήθεια είναι ότι στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ και οι δύο πλευρές κατηγόρησαν η μια την άλλη ότι προσπαθεί να καταστείλει την ελευθερία του λόγου και τη δημοκρατία. Σύμφωνα με τον κορυφαίο αμερικανικό ιστότοπο ελέγχου στοιχείων Politifact, και οι δύο εκστρατείες εξέδωσαν παραπλανητικές ή ψευδείς δηλώσεις, αν και η μεγάλη πλειονότητα προήλθε από τον Ντόναλντ Τραμπ. Ωστόσο, οι χειρότερες προβλέψεις σχετικά με τη διατάραξη της δημοκρατικής διαδικασίας μέσω της τεχνητής νοημοσύνης δεν επιβεβαιώθηκαν. Ευρύτερα, τα αποτελέσματα των εκλογών της φετινής χρονιάς σε όλο τον κόσμο ήταν ένα συνονθύλευμα διαφορετικών στοιχείων, αλλά φιλελεύθερα και πλουραλιστικά κόμματα και υποψήφιοι ξεπέρασαν γενικά τις προσδοκίες.
Στο βιβλίο μας «Spin Dictators» ο Ντάνιελ Τρέισμαν και εγώ επισημαίνουμε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι παγκοσμίως (ή τουλάχιστον η πλειοψηφία των ερωτηθέντων στην έρευνα της World Values και σε άλλες παρόμοιες δημοσκοπήσεις) προτιμούν τη δημοκρατία έναντι οποιουδήποτε εναλλακτικού μοντέλου διακυβέρνησης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι πολιτικοί ηγέτες τείνουν να ανταποκρίνονται σε αυτή την προτίμηση διενεργώντας εκλογές και επιτρέποντας τη λειτουργία ορισμένων ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης. Ενώ οι εκλογές σε πολλές χώρες δεν είναι ούτε ελεύθερες ούτε δίκαιες, το γεγονός ότι ακόμη και μη δημοκρατικοί ηγέτες επιλέγουν να τις πραγματοποιήσουν καταδεικνύει τη δημοτικότητα της ψήφου. Με την ίδια λογική, μια καλή επίδοση για τις φιλοδημοκρατικές δυνάμεις θα πρέπει να θεωρείται ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.
Αλλά τα ψηφιακά μέσα δεν έχουν διαβρώσει τον δημοκρατικό λόγο; Το 2019 ο κοινωνικός ψυχολόγος του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης Τζόναθαν Χάιντ και ο δοκιμιογράφος Τομπάιας Ρόουζ Στόκγουελ δημοσίευσαν ένα άρθρο με τίτλο «Η Σκοτεινή Ψυχολογία των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης», το οποίο προειδοποιούσε ότι το επιχειρηματικό μοντέλο που βασίζεται σε διαφημίσεις των κορυφαίων πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης προωθεί περιεχόμενο που αποσπά την προσοχή. Δεδομένου ότι η αλήθεια μπορεί να φαίνεται βαρετή σε σύγκριση με το εντυπωσιακό ψέμα, οι πλατφόρμες που βασίζονται σε διαφημίσεις έχουν την τάση να τροφοδοτούν την πολιτική παραπληροφόρηση και την πόλωση. Εν τω μεταξύ, πολλοί άλλοι μελετητές έχουν συνδέσει αυτό το μοντέλο με την άνοδο των ψευδών πληροφοριών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τη δεκαετία του 2010 και με τη χρήση τους από μη δημοκρατικούς παράγοντες.
Αλλά οι εταιρείες τεχνολογίας έχουν λάβει ορισμένα μέτρα για να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα. Για να μετριάσουν το κόστος από τη φήμη ότι οι ίδιες είναι οι κορυφαίοι φορείς διασποράς της παραπληροφόρησης, οι περισσότερες πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης δημιούργησαν τμήματα «εμπιστοσύνης και ασφάλειας», επένδυσαν στον έλεγχο του περιεχομένου και ασχολήθηκαν με την αυτορρύθμιση. Δημιούργησαν αλγορίθμους για τον εντοπισμό ψευδούς πληροφόρησης (υλικό που είναι απλώς ανακριβές) και παραπληροφόρησης (σκόπιμα ανακριβές υλικό που έχει σκοπό να παραπλανήσει) και παρέπεμψαν αμφιλεγόμενες αναρτήσεις για επαλήθευση.
Τυχαία δείγματα από το 2020 δείχνουν ότι αυτά τα μέτρα μπορεί να ήταν αποτελεσματικά. Ενώ μια μελέτη του 2018 διαπίστωσε ότι η χρήση του Facebook οδήγησε σε πολιτική πόλωση, παρόμοιες μελέτες το 2020 δεν βρήκαν, ή βρήκαν λιγότερες, τέτοιες επιπτώσεις.
Αλλη έρευνα εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι επεξεργάζονται και μοιράζονται ψευδείς ειδήσεις. Οταν σχολιάζουν δημοσίως μηνύματα κομματικού χαρακτήρα, είναι πιο πιθανό να υποστηρίξουν τη στάση του κόμματός τους, πιθανώς από νομιμοφροσύνη ή για να επηρεάσουν άλλους. Ομως, όταν ερωτώνται ιδιωτικά και τους δίνεται κίνητρο για να αξιολογήσουν την αληθοφάνεια ενός μηνύματος, είναι πιο πιθανό να εκτιμήσουν σωστά τα γεγονότα και να απέχουν από την κοινοποίηση τέτοιων αναρτήσεων.
Ενώ οι πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχουν πράγματι διαδώσει υλικό παραπληροφόρησης – μέρος του οποίου ήταν πραγματικά πειστικό – το ότι ανοίγουν πλατφόρμες παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης εγείρει νέες και σοβαρές ανησυχίες. Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί πλέον να παράγει εξαιρετικά πειστικές πλαστογραφήσεις ήχου και βίντεο που είναι αδύνατον να διακριθούν από το πραγματικό υλικό.
Δεδομένου ότι αυτή η τεχνολογία είναι προσβάσιμη σε όλους, είναι κατανοητή η ανησυχία για τις επιπτώσεις στις εκλογές. Ωστόσο, μέχρι στιγμής ο σκύλος έχει γαβγίσει, δεν έχει δαγκώσει. Ενώ η Ρωσία και άλλοι εχθρικοί κρατικοί και ιδιωτικοί παράγοντες ακολούθησαν διάφορες στρατηγικές παραπληροφόρησης και παρέμβασης στις εκλογές στις ΗΠΑ και αλλού, δεν υπάρχουν ουσιαστικές ενδείξεις ότι η παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη ή τα deep-fakes έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση οποιωνδήποτε αποτελεσμάτων.
Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι οι πολιτικοί παράγοντες δεν έχουν ακόμη κατακτήσει τη χρήση της τεχνολογίας ή επειδή δεν έχουμε ακόμη μελετήσει διεξοδικά τον αντίκτυπό της. Μια άλλη πιθανότητα είναι ότι η εμπειρία της δεκαετίας του 2010 δίδαξε στους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να είναι πιο επιφυλακτικοί για το τι συναντούν στο Διαδίκτυο. Απαιτείται βεβαίως περισσότερη έρευνα, αλλά, στο μεταξύ, μπορούμε να φοβόμαστε λιγότερο για το τι θα σημαίνει η τεχνητή νοημοσύνη για τον δημόσιο λόγο και τη δημοκρατική διακυβέρνηση.